αναγνωσματοποιώ

αναγνωσματοποιώ
-ποίησα, μεταβάλλω σε δημοσιογραφικό ανάγνωσμα διάφορα επίκαιρα γεγονότα: Μερικές εφημερίδες αναγνωσματοποίησαν τα τελευταία πολιτικά γεγονότα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αναγνωσματοποιώ — ( έω) μεταβάλλω σε μυθιστορηματικά αναγνώσματα γεγονότα που ενδιαφέρουν το πολύ κοινό και τά δημοσιεύω σε εφημερίδες ή περιοδικά σε συνέχειες η πράξη λέγεται αναγνωσματοποίηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < *αναγνωσματοποιός < ανάγνωσμα + ποιός < ποιώ] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”